Τρία αδέλφια, γόνοι βαθύπλουτης μεγαλοαστικής οικογένειας ξαναβρίσκονται στην πατρική βίλα ύστερα από καιρό. Οι δύο αδελφές ετοιμάζουν γεύμα προς τιμήν του αδελφού, που μόλις πήρε εξιτήριο από την ψυχιατρική κλινική, όπου διαμένει οικειοθελώς.
Ο Μπέρνχαρντ δανείζεται στοιχεία από την οικογενειακή ιστορία του συμπατριώτη του φιλόσοφου Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν και του ανιψιού του Πολ Βίτγκενσταϊν. Τρία πρόσωπα –που φέρουν τα ονόματα τριών μεγάλων Γερμανών ηθοποιών που ενέπνευσαν τον συγγραφέα, της Ίλζε Ρίττερ, της Κρίστεν Ντένε και του Γκερτ Φος– γευματίζουν, παραληρούν και αλληλοσπαράσσονται κάτω από τα βλέμματα οικογενειακών πορτρέτων σε μια τραπεζαρία που θυμίζει μαυσωλείο· μέσα σε ένα τέμενος προγονολατρίας που καταπίεσε τα παιδικά τους χρόνια, τις κλίσεις και τις επιθυμίες τους και στο οποίο είναι διά βίου έγκλειστοι.